Ιστορικός παραδοσιακός οικισμός, από τους λιγότερο γνωστούς της Κυνουρίας, κτισμένος μέσα σε καστανοδάση και ελατοδάση. Πολύ κοντά του βρίσκεται το αρχαιότερο μοναστικό κέντρο της Τσακωνιάς, η μονή Ορθοκωστά ή Αρτοκωστά.
Ιστορικός παραδοσιακός οικισμός, από τους λιγότερο γνωστούς της Κυνουρίας, κτισμένος μέσα σε καστανοδάση και ελατοδάση. Ο Πραστός είναι ένα μεγάλο χωριό, χωρίς μόνιμους κατοίκους. Ζωντανεύει με την ευκαιρία διαφόρων εκδηλώσεων, όπως το 1ο Πανηγύρι της Τσακωνιάς του 2022, ή όταν έρχονται οι κάτοικοι του Αγίου Ανδρέα (20 χλμ.) που διατηρούν εκεί εξοχικά. Κι όμως, τον 18ο και τον 19ο αι. εδώ ζούσαν κάπου 7.000 άνθρωποι. Ήταν έδρα της Επισκοπής Ρέοντος-Πραστού και σημαντικό εμπορικό-οικονομικό κέντρο. Υπήρχαν τριάντα εκκλησίες, τρεις μονές, δυο κάστρα και αρκετά πυργόσπιτα. Το 1826 όμως το χωριό καταστράφηκε από τα στρατεύματα του Ιμπραήμ, ως αντίποινα για τη σημαντική συμβολή που είχαν οι κάτοικοι στον Αγώνα του 1821.
Από τον Μεσαίωνα μέχρι τα χρόνια πριν την Επανάσταση του ’21 εδώ βρισκόταν η πρωτεύουσα της Τσακωνιάς. Περιηγούμενοι στο χωριό θα δείτε ό,τι έχει απομείνει από το χθες και θα φανταστείτε τις εικόνες: Οι τρεις συνοικίες είχαν πέτρινα πολυώροφα σπίτια με στέγες στρωμένες με σχιστόλιθο, εκκλησίες, υδραγωγεία. Από τα πυργόσπιτα ξεχώριζαν του Σαραντάρη (1722), του Καλημέρη, του Καραμάνου (1788). Τα επιβλητικά αυτά σπίτια με την οχυρωματική αρχιτεκτονική είχαν μικρά παράθυρα και τοξωτή εξώπορτα.
Η εκκλησία της Παναγίας, κτισμένη το 1762, δέσποζε άλλοτε στον Πραστό, αλλά σήμερα είναι ερειπωμένη και χωρίς στέγη. Η παλαιότερη εκκλησία ήταν ο Άγιος Αθανάσιος του 15ου αι. Ο ναός των Ταξιαρχών του 1732, βυζαντινού ρυθμού, γλίτωσε από τη φωτιά, αλλά υπέστη βανδαλισμούς.
Το αρχαιότερο μοναστικό κέντρο της Τσακωνιάς είναι η μονή Ορθοκωστά, ή Αρτοκωστά. Ουσιαστικά πρόκειται για δύο μονές, αφιερωμένες στην Παναγία: Τη σημερινή και την (ερειπωμένη) βυζαντινή που απέχει 3 χλμ. Αυτή ονομάζεται και Κάτω Παναγία.
Η νεότερη μονή ιδρύθηκε το 1617, όταν για άγνωστο λόγο, οι μοναχοί της Κάτω Παναγιάς μετακινήθηκαν ψηλότερα. Προστατευόταν από ισχυρό πύργο στη ΝΑ πλευρά, ο οποίος ανακαινίστηκε μαζί με τα κελιά το 1727. Το 1826 η μονή πυρπολήθηκε από τον Ιμπραήμ καθώς, μαζί με τα άλλα τσακώνικα μοναστήρια, συνετέλεσε στην προεπαναστατική και επαναστατική προετοιμασία για τον Αγώνα κατά των Τούρκων.
Το καθολικό καταστράφηκε και ξανακτίστηκε το 1864. Είναι αφιερωμένο στην Κοίμηση τη Θεοτόκου. Διατηρεί εικόνες από το καθολικό της παλιάς μονής και το θαυμάσιο δάπεδό του χρονολογείται στο 1627. Η εικόνα της Παναγίας εκτός από τη λατρευτική της μαρτυρία και τη σημασία που έχει ως βυζαντινό έργο τέχνης, είναι ιστορικό τεκμήριο.